- θυσανωτῶν
- θυσανωτόςfem gen plθυσανωτόςmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αμφικτεΐς — (amphicteis). Γένος δακτυλιοσκωλήκων της οικογένειας των αμφαρετιδών. Ζουν κοντά στις ακτές των θαλασσών του Βόρειου Ατλαντικού (Νορβηγία, Σουηδία, Σπίτσμπεργκ) και σε βάθος 7 έως 35 μ. To μήκος του σώματός τους φτάνει τα 30 έως 50 χιλιοστά και… … Dictionary of Greek